Ο Μίμης Φωτόπουλος, ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της γενιάς του, γεννήθηκε το 1913 στη Ζάτουνα. Από πολύ νεαρή ηλικία βίωσε το πένθος δύο φορές, καθώς ορφάνεψε νωρίς από τον πατέρα του και έπειτα “έχασε” και την μοναδική του αδερφή. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του ήταν ιδιαίτερα δύσκολα ακόμα και για την επιβίωσή του. Η εξορία του χτύπησε την πόρτα και έζησε για καιρό εξόριστος υπό ανύπαρκτες υποδομές και άσχημες συνθήκες. Η υποκριτική για τον Μίμη Φωτόπουλο υπήρξε μία διέξοδος στη ζωή του και έστηνε παραστάσεις μαζί με άλλους για να ψυχαγωγούνται οι κρατούμενοι και να ξεχνούν τις βάρβαρες συνθήκες. Ο ίδιος δεν το έβαλε ποτέ κάτω και μετά την εξορία επέστρεψε στη ζωή του και άφησε το δικό του λιθαράκι στην καλλιτεχνική σκηνή της χώρας.
Στις 20 Απριλίου το 1913 γεννιέται στη Ζάτουνα της Γορτυνίας ο μεγάλος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου Μίμης (Δημήτρης) Φωτόπουλος. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, καθώς έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα. Ξεκίνησε να σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, αλλά την παράτησε στο δεύτερο έτος. Η καλλιτεχνική του φύση τον οδήγησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (τότε Βασιλικού Θεάτρου).
Πρεμιέρα στη θεατρική του καριέρα έκανε στο 1932, σε ηλικία 19 ετών, στην παράσταση «Λοκαντιέρα», με το θίασο Κουνελάκη. Δύο χρόνια αργότερα αναχώρησε για την πρώτη του περιοδεία, με το θίασο «Δράματος, κωμωδίας, κωμειδυλλίου και επιθεωρήσεως» του Θεμιστοκλή Νέζερ. Λίγο πριν από τον πόλεμο του ’40 έκανε ένα σύντομο πέρασμα απ’ το χώρο του βαριετέ και το θέατρο της Κατερίνας, συμμετέχοντας σε πολεμικές επιθεωρήσεις και μουσικές ηθογραφίες.
Ο Μίμης Φωτόπουλος στη διάρκεια της κατοχής ήταν ενεργό μέλος της Εθνικής Αντίστασης, στις τάξεις του ΕΑΜ. Συμμετείχε στα Δεκεμβριανά, συνελήφθη από τις βρετανικές μονάδες και εκτοπίστηκε στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα, από όπου επέστρεψε τον Μάρτη του 1945.
Κατά τη διάρκεια της λαμπρής καριέρας του, ο Μίμης Φωτόπουλος συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και γνωστούς συναδέλφους του. Σημαντικότερες συμμετοχές του ήταν στο «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ με τον πρωτοεμφανιζόμενο θίασο του Κάρολου Κουν, στις «Αγριόπαπιες» του Ίψεν στο Θέατρο Τέχνης, στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύκτας» του Σαίξπηρ στο θέατρο του Βασιλικού Κήπου. Το 1952 δημιούργησε τον δικό του θίασο, με τον οποίο περιόδευσε στην Κύπρο, στην Τουρκία, στην Αίγυπτο, στη Γερμανία, ακόμα και στην Αμερική.
Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο ξεκινάει με μεγάλη επιτυχία το 1960. Για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο θέατρο το 1984, μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο, στην επιθεώρηση «Μια στο Καστρί και μια στο πέταλο». Ξεχώρισε για το εντελώς προσωπικό λαϊκό ύφος και τους έξυπνους και πάντα εύστοχους αυτοσχεδιασμούς του.
Όπως όλοι οι μεγάλοι ηθοποιοί της γενιάς του, ο Μίμης Φωτόπουλος έκανε λαμπρή καριέρα και στον ελληνικό κινηματογράφο. Πρώτη του ταινία ήταν η «Μαντάμ Σουσού» το 1948. Συνολικά έλαβε μέρος σε 101 ταινίες, σε δύο από τις οποίες είχε γράψει και το σενάριο: «Προπαντός ψυχραιμία» (1951) και «Μια νταντά και τέζα όλοι» (1971). Μεγάλος επιτυχίες θεωρούνται οι ταινίες «Ο γρουσούζης» (1952), «Το Σωφεράκι» (1953), «Η Ωραία των Αθηνών» (1954), «Κάλπικη λίρα» (1955), «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1955), «Ο Πατούχας» (1972) κ.ά. Εκτός από τη μεγάλη οθόνη, εμφανίστηκε και στη μικρή, στην τηλεοπτική σειρά «Ο θείος μας ο Μίμης», που προβλήθηκε από την ΕΡΤ2 το 1984.
Ο Μίμης Φωτόπουλος πέρα από υποκριτικό ταλέντο υπήρξε και ένας σπουδαίος λογοτέχνης. Έγραψε τέσσερις ποιητικές συλλογές [ «Μπουλούκια» (1940), «Ημιτόνια» (1960), «Σκληρά τριολέτα» (1961) και «Ο θάνατος των ημερών» (1976) ], τρία αυτοβιογραφικά [ «25 χρόνια θέατρο» (1958), «Το ποτάμι της ζωής μου» και «Ελ Ντάμπα – Όμηρος των Εγγλέζων» (1965) ] και δύο θεατρικά έργα [ «Ένα κορίτσι στο παράθυρο» (1966) και «Πελοπίδας ο καλός πολίτης» (1976) ].
Την περίοδο της Δικτατορίας ασχολήθηκε, επίσης, με τη ζωγραφική. Είχε μείνει μόνος με τις δύο κόρες του, αφού η γυναίκα του, Μαργαρίτα Τσάλα, είχε εξοριστεί στη Γυάρο. Τότε ήταν που άρχισε με γραμματόσημα να φτιάχνει πίνακες, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολλάζ. Συνολικά έκανε δέκα εκθέσεις των έργων του και πούλησε πάνω από εκατό πίνακες.
Ο Μίμης Φωτόπουλος υπήρξε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του κινητού θεάτρου «Άρμα Θέσπιδος», μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελευθέρου Θεάτρου, ενώ παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α’ και το Σταυρό του Αποστόλου Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας. Πέθανε ξαφνικά, από ανακοπή καρδιάς, στις 29 Οκτωβρίου του 1986.
Ο Μίμης Φωτόπουλος λόγω πολιτικών πεποιθήσεων βίωσε ένα μεγάλη διάστημα ως εξόριστος σε μακρυνό στρατόπεδο. Στο βρετανικό στρατόπεδο της Αιγύπτου στάλθηκαν πάνω από 5.000 Έλληνες αριστεροί και όχι μόνο. Ανάμεσά τους και ο ηθοποιός Μίμης Φωτόπουλος. Κατά την περίοδο της κατοχής, ο Μίμης Φωτόπουλος εντάχθηκε στην αντίσταση και συμμετείχε στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Λόγω της μόρφωσής του, είχε αναλάβει περισσότερο «διαφωτιστικό» ρόλο. Μετέφερε δηλαδή τις ιδέες και τη θεωρία της επανάστασης στον απλό κόσμο.
Το 1944 έγινε μέλος και στον θίασο των Ενωμένων Καλλιτεχνών, της ομάδας των ηθοποιών που προέτασαν μέσα από τα έργα τους τις ιδέες της αριστεράς. Σαν μέλος αυτού του θιάσου συμμετείχε σε παραστάσεις που γίνονταν σε υπόγεια θέατρα, υπό το άγρυπνο μάτι ανθρώπων του ΕΛΑΣ, που φύλαγαν ηθοποιούς και θεατές από ενδεχόμενο χτύπημα.
Στα τέλη του 1944 τα Δεκεμβριανά είχαν ήδη ξεσπάσει στην Αθήνα. Οι συγκρούσεις των ανταρτών με τους Βρετανούς και τις κυβερνητικές δυνάμεις ήταν καθημερινές και σφοδρές. Πολλά σπίτια κάηκαν και χιλιάδες άνθρωποι, ακόμα και αμέτοχοι στη σύρραξη, βρήκαν τραγικό θάνατο.
LifestyleΓέμισε ο τόπος μπαλόνια, ήρθε και το 7: Μεγάλες χαρές για Σπανούλη – Χοψονίδου μετά από 6 παιδιάLifestyleΣάλος στο Voice: Η φωνή του έκανε τους κριτές να γυρίσουν αλλά τελικά δεν τον ήθελε κανείς στην ομάδα του μετά από όσα τους είπε
Ένα από τα σπίτια που παραδόθηκαν στις φλόγες, ήταν και αυτό του Μίμη Φωτόπουλου. Η απώλεια ήταν μεγάλη. Όχι μόνο γιατί ο ίδιος και ο αδελφός του βρέθηκαν στον δρόμο, αλλά και γιατί μέσα στο σπίτι τους, τα δύο αδέλφια είχαν μια τεράστια βιβλιοθήκη, με περισσότερα από 2.000 βιβλία, που κάηκαν. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1945, ο Φωτόπουλος επισκέφτηκε τα στέκια των καλλιτεχνών στο Κολωνάκι, προκειμένου να βρει δουλειά. Εκεί συνελήφθη. Τον είχε προδώσει ένας άνθρωπος του θεάτρου.
Στο «Το ποτάμι της ζωής μου», ένα από τα βιβλία του, περιγράφει επακριβώς τη στιγμή της σύλληψής του, λέγοντας :
«Ξαφνικά, ένα βάναυσο χέρι μου χτύπησε τον ώμο. Γυρίζω και βλέπω έναν ταξιθέτη. Ήτανε το πασίγνωστο τομάρι του θεάτρου, ο Αποστόλης. Σε λίγο, να ‘μαι στα βάθη ενός κρατητηρίου. Βρισκόμουν βέβαια σε ένα αστυνομικό τμήμα, που στεγαζόταν σε κάποια πολυκατοικία κοντά στην οδό Αμερικής. Στην αρχή ήμουν ο μόνος ένοικος. Μα μέσα σε δύο ώρες, αυτό το μπουντρούμι είχε γεμίσει με τόσο κόσμο που δεν είχαμε αέρα να αναπνεύσουμε».
Μετά από κάποιο καιρό, οι κρατούμενοι φορτώθηκαν σε ένα καράβι και απέπλευσαν από το Φάληρο με άγνωστο προορισμό. Μέσα στο πλοίο βρίσκονταν στοιβαγμένοι Έλληνες άντρες κάθε ηλικίας. Κανείς τους δεν γνώριζε που τους πήγαιναν. «Μας βάλανε στα έγκατα του καραβιού και μας κλείσανε πίσω από καγκελωτές σιδερένιες πόρτες, με σκοπούς μπροστά να μας φυλάνε. Ότι σαλπάραμε το καταλάβαμε από το τράνταγμα της προπέλας, καθώς έσκιζε τα νερά του Σαρωνικού. Για που τραβάγαμε; Σίγουρα πάντως όχι για την Αίγινα».
Ο Μίμης Φωτόπουλος βίωνε καθημερινά έναν αγώνα ζωής στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα. Το στρατόπεδο είχε στηθεί πρόχειρα σε αμμόλοφους της ερήμου. Οι Έλληνες, που δεν είχαν συνηθίσει το κλίμα της Αφρικής, δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν. Την ημέρα η ζέστη ήταν αφόρητη και το βράδυ η παγωνιά έκανε τους αιχμαλώτους να υποφέρουν. Οι υποδομές ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Οι εξόριστοι ζούσαν μέσα σε συρματοπλέγματα, που έμοιαζαν με τεράστια κλουβιά. Οι σκηνές δεν έφταναν για όλους με αποτέλεσμα να συνωστίζονται για να κοιμηθούν.
Το δέρμα είχε αρχίσει να ταλαιπωρείται από τα συχνά τσιμπήματα των εντόμων. Το φαγητό ήταν μια ακόμη δύσκολη εμπειρία για τους εξόριστους. Στην έρημο, οι αμμοθύελλες ήταν συχνές, με αποτέλεσμα πολύ συχνά οι εξόριστοι να μασάνε κόκκους άμμου μέσα στο λιγοστό φαγητό που τους έδιναν. Όλοι έψαχναν διεξόδους που θα κράταγαν ζωντανή την ελπίδα για ζωή. Ο Μίμης Φωτόπουλος βρήκε καταφύγιο στο θέατρο.
«Καιρό τώρα σκεφτόμασταν, πως μας έλειπε κάτι το ουσιαστικό. Ήταν το θέατρο. Στο κλουβί μας υπήρχε ένας θεατρώνης, ένας υποβολέας κι ένας ηθοποιός.Μετά τις παραστάσεις που δώσαμε μες το κλουβί μας, φύγαμε για περιοδεία και στ’ απέναντι κλουβί».
Για αρκετό καιρό, ο Φωτόπουλος και η ομάδα του διασκέδαζαν τους υπόλοιπους κρατούμενους κάνοντας κάτι δημιουργικό. Οι μέρες κυλούσαν κι ενώ η ζωή στην Ελ Ντάμπα είχε μπει σε ένα ρυθμό, στην Ελλάδα, οι συγγενείς του ηθοποιού δεν είχαν καταφέρει να μάθουν τίποτα για την τύχη του αγαπημένου τους.
«Μας δώσανε από ένα επιστολόχαρτο να δώσουμε στους δικούς μας ένα μήνυμα που θα ‘βαζε τέλος στην αγωνία της μάνας μου. «Μάνα μου, βρίσκομαι στην Αφρική, στα σύρματα, χωρίς να ξέρω γιατί. Μ’ αρπάξανε βάναυσα μέσα από τη ζεστασιά σας. Είμαι καλά. Όμως, η σκέψη μου είναι όλες τις ώρες κοντά σας. Γράψτε μου αμέσως δυο λέξεις, να μάθω κάτι για σας. Η αγωνία μου είναι τέτοια, που δεν περιγράφεται».
Η ίδια αγωνία κυρίευε όλη την οικογένεια. Έτσι, όταν ο ηθοποιός επέστρεψε τον Μάρτιο του 1945, η ξαδέλφη του που τον αντίκρισε πρώτη, ξαφνιάστηκε τόσο, που της έπεσε από τα χέρια το ταψί με το φαγητό που κρατούσε. Ήταν 25η Μαρτίου και ο Φωτόπουλος θεώρησε τη μέρα εκείνη σημάδι της μοίρας. Η περιπέτεια του ηθοποιού είχε αίσιο τέλος, αλλά ο ίδιος δεν ξέχασε ποτέ τη σκληρή εμπειρία της εξορίας. Γι’ αυτό, η περιγραφή της περιόδου εκείνης στο βιβλίο του, είναι πολύ ζωντανή.
Ο Μίμης Φωτόπουλος γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1913 και έφυγε από τη ζωή στις 29 Οκτωβρίου του 1986, σε ηλικία 73 ετών. Αγωνίστηκε σκληρά και με την ψυχή του για ιδεολογίες που σήμερα θεωρούνται αυτονόητες και εξορίστηκε,εκδιώχθηκε, βασανίστηκε για αυτές. Άφησε πίσω του με τη σειρά του ιστορία γεγονότων και αποφθεγμάτων που μπορεί κανείς να λάβει υλικό και να τα κατανοήσει την εποχή αλλά και την γραφική αναπαράσταση γεγονότων στην Ελλάδα της κατοχής.
Κλείνοντας, ο Μίμης Φωτόπουλος ήταν ένας καταξιωμένος ηθοποιός και μια σπουδαία προσωπικότητα. Άφησε παρακαταθήκη πίσω του και έμεινε γνωστός στο κοινό για τις ερμηνείες του. Επίσης, στάθηκε σταθερός στις αξίες του και δεν φοβήθηκε την εξορία.
Περισσότερες Ειδήσεις σήμερα
Πέθανε τόσο νέος αγαπημένος Έλληνας ηθοποιός
Νεκρός αγαπημένος ηθοποιός, γιος θρύλου – Όλοι έχουμε δει τις εμβληματικές ταινίες του
Κοιμήθηκε και δεν ξύπνησε: Πέθανε στον ύπνο του πασίγνωστος ηθοποιός!